28 December 2006

Η μαμά χτύπησε ξανά την πόρτα.


Είπε: "Είναι δέκα και μισή, Γκέοργκ, το τραπέζι είναι στρωμένο. Έχεις να διαβάσεις πολύ ακόμα;"
Είπα κάπως ανεπίσημα: "Μικρό, αγαπητό κορίτσι με τα πορτοκάλια. Σε σκέφτομαι. Μπορείς να περιμένεις λίγο ακόμα;"
Δεν μπορούσα να τη δω μέσα απ' την πόρτα. Αλλά άκουσα ότι βουβάθηκε.
Είπα: "Πού και πού στη ζωή χρειάζεται να μάθουμε να λαχταρούμε λιγάκι κάτι."
~
Έπρεπε να την έβλεπες! Έπρεπε να την έβλεπες να χορεύει στους δρόμους της πολης. Έπρεπε να την έβλεπες να στέκεται στις εκθέσεις τέχνης! Κι έπρεπε να την άκουγες να γελάει! Δε μπορούσα να μη βάλω κι εγώ τα γέλια. Δεν ξέρω τίποτα πιο μεταδοτικό από το γέλιο.
~
Τώρα είναι σειρά σου ν' απαντήσεις Γκέοργκ, τώρα έχεις εσύ το λόγο.
Σε ρωτάω άλλη μια φορά. Τι θ' αποφάσιζες αν είχες την επιλογή; Θ' αποφάσιζες να ζήσεις μια σύντομη ζωή εδώ στη γη για να σε πάρουν ύστερα από λίγα χρόνια χωρίς δικαίωμα επιστροφής; Ή θα έλεγες: "Όχι, ευχαριστώ";
~
Πάτησα το πλήκτρο Home και το κάθετο βέλος για να διατρέξω όλο το αρχείο. Η διαδικασία κράτησε μια αιωνιότητα, σίγουρα δέκα δευτερόλεπτα. Και ναι, η τελευταία φράση του κειμένου έλεγε: Το όνειρο του απίθανου έχει δική του ονομασία. Το αποκαλούμε "ελπίδα".


Appelsinpiken - Jostein Gaarder

No comments: